14 Ιουλίου 2008
ΚΡΙΤΙΚΗ DVD
OI TΡΕΙΣ ΤΑΦΕΣ
του ΜΕΛΚΙΑΔΕΣ ΕΣΤΡΑΔΑ
Ο Τόμυ Λη Τζόουνς είχε πάρει την απόφαση να κάτσει στην καρέκλα του σκηνοθέτη.
Τα νέα που ήρθαν από τις Κάννες το 2005 μιλούσαν για μια εξαιρετική πρώτη του σκηνοθετική δουλειά, που είχε ως τελικό αποτέλεσμα σε εκείνο το φεστιβάλ να πάρει δύο βραβεία. Καλύτερου σεναρίου και καλύτερης ερμηνείας λόγω του ότι ήταν και ο πρωταγωνιστής της ταινίας.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα σύγχρονο Γουένστερν του 21ου αιώνα.
Ισάξιο ενός Πεκίνπα.
Η υπόθεση της ταινίας.
Στο σύγχρονο Τέξας ο Μελκιάδες Εστράδα βρίσκεται νεκρός από όπλο. Ο θάνατος του Μεξικανού λαθρομετανάστη, θορυβεί τον Πιτ Πέρκινς (Τόμυ Λη Τζόουνς) που ήταν το αφεντικό του αλλά και πολύ καλός φίλος του. Περισσότερο τον είχε σαν αδερφό του. Ο νιόφερτος συνοριακός φύλακας Μάικ Νόρτον (Μπάρι Πέπερ) είναι ο ένοχος του εγκλήματος και κάθε στιγμή που περνάει βυθίζεται όλο και πιο πολύ στις τύψεις του. Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει. Ο Πέρκινς θέλει να κρατήσει μια «υποσχεσή» του, που έχει δώσει στον Εστράδα, να τον θάψει στο χωριό του αν πεθάνει, ο Νόρτον θέλει να συγχωρεθεί και ο Εστράδα... να ταφεί.
Από την πρώτη στιγμή η ταινία δεν συναρπάζει. Δεν καθηλώνει. Αν και το σενάριο έχει σαφείς προσανατολισμούς στο να προβληματίσει τον θεατή και όχι να αναλωθεί σε μια κοινότοπη αστυνομική ιστορία, δυστυχώς στο πρώτο μισό ο τεμαχισμός της ιστορίας με τα άφθονα φλας μπακ, όσο περνάει η ώρα τόσο και κουράζουν. Περίπου στη μέση της ταινίας αντιλαμβάνεται ο θεατής ότι η ταινία είναι ανακατεμένη. Έτσι η πρώτη ώρα της ταινίας κυλάει με συνεχείς εναλλαγές του χρόνου, προ και μετά του θανάτου του Μελκιάδες.
Το εξαιρετικό σενάριο υπογράφει ο γνωστός από τα «21 γραμμάρια» Γκιγιέρμο Αριάγκα.
Η ιδέα όμως ανήκει στον Τόμι Λι Τζόουνς, γνωστό σαν δευτερο-ρολά ταινιών δράσης κυρίως, που όταν αποφάσισε να σκηνοθετήσει ο ίδιος, διάλεξε αυτό το θέμα, και είναι εντυπωσιακό πως το υπερασπίζεται δηλώνοντας: «κοιτάζοντας προς την απέναντι πλευρά της συνοριακής γραμμής, ο άνθρωπος που βλέπεις είσαι εσύ»...
Εκείνο που ενδιαφέρει τον Τζόουνς είναι να δώσει τόσο το θέμα της φιλίας όσο κι εκείνο της μοναξιάς και της αποξένωσης, κάνοντας ταυτόχρονα ένα σχόλιο πάνω στις πολιτιστικές σχέσεις ανάμεσα σε δυο κουλτούρες, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν τους «ξένους», στο πως αντιμετωπίζουν τους μετανάστες, έμμεση αναφορά στον τρόπο που οι στρατιώτες του Μπους σκοτώνουν με το παραμικρό τους άοπλους πολίτες χωρών όπως το Ιράκ ή το Αφγανιστάν. Αν από τη μια έχουμε τη φιλία ανάμεσα στον Πιτ και τον Μελκιάδες, που οδηγεί τον πρώτο στο να αναζητήσει μια δική του, πιο ανθρώπινη δικαιοσύνη, από την άλλη έχουμε μια ομάδα από ανθρώπους αποξενωμένους, τόσο από τον Νόρτον και τον σερίφη της περιοχής όσο και από τις δυο γυναίκες που παρουσιάζονται στην ταινία: την ξανθή, όμορφη γυναίκα του Νόρτον που προσπαθεί να γεμίσει την ανιαρή ζωή της με άλλες ερωτικές σχέσεις, όπως και την πιο ώριμη σερβιτόρα, παντρεμένη με τον ιδιοκτήτη του σαλούν, «κολλημένη» στη μικρή επαρχιακή πόλη, και που διατηρεί σχέσεις τόσο με τον Πιτ όσο και με τον σερίφη της περιοχής.
Η ανατροπή της ταινίας στο τέλος, όταν ο Πιτ Περκινς, ο καουμπόυ με τις σταθερές αρχές και αξίες, εν αντιθέσι με τον Νόρτον που είναι ο σύγχρονος αδιάφορος αμερικάνος που σκοτώνει έτσι απλά, όταν διαπιστώνει ο Πιτ ότι ο Εστράδα του είπε ψέματα, αλλά ψέματα απλοϊκά και ανθρώπινα, δεν αλλάζει τις αρχές του και αυτό που ξεκίνησε, αλλά συνεχίζει ως το τέλος. Και αυτό συγκλονίζει
Μια ταινία που αξίζει κανείς να τη δεί. Στην Ελλάδα προβλήθηκε το 2006.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑΤΟΣ