23 Απριλίου 2011

Το παράδοξο του ¨αγίου¨ φωτός


Spiros Kitsinelis 
skitsinelis@ath.forthnet.gr

Η μη θεϊκή ατέλεια μιας πραγματικής και ανθρώπινης πηγής φωτός
Κάθε χρόνο κατά τον εορτασμό του Πάσχα, γινόμαστε μάρτυρες μαρτυριών για το αποκαλούμενο μεγαλύτερο θαύμα της χριστιανοσύνης.

Σύμφωνα με αυτό, ο ορθόδοξος πατριάρχης των Ιεροσολύμων παρουσία εκατοντάδων πιστών και ιερέων της ορθοδοξίας και άλλων δογμάτων, εισέρχεται στον σφραγισμένο από το πρωί του μεγάλου Σαββάτου πανάγιο τάφο κατόπιν εξονυχιστικού ελέγχου από τις τοπικές αρχές. Σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς των πιστών, ύστερα από μικρής διάρκειας προσευχών τα 33 κεριά που κουβαλά ο πατριάρχης αυτοαναφλέγονται και παράγεται η χαρακτηριστική κιτρινοπορτοκαλί φωτιά. Αλλά και στους τοίχους του χώρου γύρω από τον πανάγιο τάφο υπάρχουν ανακλάσεις λευκού φωτός με τόνους μπλε χρώματος.

Για αιώνες η αλήθεια του θαύματος αμφισβητήθηκε ακόμη και από ανθρώπους της ορθόδοξης εκκλησίας.

Τα τελευταία χρόνια η επιστήμη της χημείας έδωσε ακόμη μια γροθιά στην αντίληψη του θαύματος δείχνοντας πως με τη χρήση του φωσφόρου και κατάλληλων διαλυτών μπορεί να δημιουργηθεί η εντύπωση της αυτανάφλεξης και μάλιστα με ελεγχόμενη χρονική καθυστέρηση.


Υπάρχουν όμως ακόμα μερικά θέματα που απασχολούν εμένα ως επιστήμονα και ερευνητή σε θέματα πηγών φωτός. Κοιτάζοντας τα κεριά με τα οποία διαδίδεται αυτό το φως και το χαρακτηριστικό πορτοκαλοκίτρινο χρώμα της φλόγας τους αλλά και τις λάμψεις τους λευκού, με τόνους μπλε χρώματος, φωτός που αντανακλά στα τοιχώματα του ναού, (οι οποίες έχουν καταγραφεί από διάφορους πιστούς και μπορεί να δει ο οποιοσδήποτε στο διαδίκτυο) δε μπορώ παρά να σκεφτώ ότι ακόμα και δίχως μια φασματική ανάλυση (που θα ήταν πολύ εύκολο να γίνει τεχνικά αλλά δύσκολο πολιτικά) ότι αυτό το οπτικό αποτέλεσμα είναι ένα παιχνίδι που γίνεται με ανθρώπινες τεχνητές πηγές φωτός.

Καταρχάς να θυμηθούμε ότι ο κόσμος μας αποτελείται από ύλη και ενέργεια, δυο έννοιες που είναι αλληλένδετες και σε κάποιο επίπεδο ίδιες αφού η πυρηνική και σωματιδιακή φυσική έχει δείξει πως η ύλη μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια και το αντίστροφο. Το ορατό φως είναι ένα μικρό παραθυράκι στο μεγάλο φάσμα ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων που περιγράφει την ενέργεια και δημιουργείται  από παιχνίδια της ύλης, δηλαδή ύστερα από διατάραξη της ηλεκτρονικής δομής των ατόμων ή μορίων και η οποία διατάραξη έχει φυσικά επιτελεστεί υστέρα από απορρόφηση ενέργειας. Ο άνθρωπος έχει κατασκευάσει όλες τις τεχνητές πηγές φωτός που υπάρχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια χρησιμοποιώντας τη θερμότητα της φωτιάς για αυτή τη διατάραξη (κεριά, φωτιά, πυρσό) και τα τελευταία διακόσια χρόνια περίπου τη ροή ηλεκτρικού ρεύματος (λαμπτήρες πυρακτώσεως,  λαμπτήρες φθορισμού, διόδους εκπομπής φωτός).

Το ερώτημα είναι λοιπόν γιατί μια θεϊκή οντότητα να μη μπορεί να δημιουργήσει φως από το τίποτε, δηλαδή χωρίς τη βοήθεια κεριών και άλλων οργανικών υλών, ακριβώς δηλαδή τα υλικά που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος εδώ και χιλιάδες χρόνια. Σίγουρα μια θεϊκή οντότητα με απεριόριστες δυνάμεις δεν έχει την ανάγκη  ύλης και τη διατάραξη της ηλεκτρονικής δομής της ή της ολικής μετατροπής της ώστε να δημιουργήσει φωτόνια δηλαδή ενέργεια.

Μια μπάλα φωτός και μάλιστα δίχως τη δημιουργία θερμότητας από το απόλυτο τίποτε θα ήταν σίγουρα ισχυρότερη ένδειξη θεϊκής παρέμβασης και όχι φως ακριβώς με τον τρόπο που ξέρουμε…τη φλόγα ενός κεριού. Η χρήση του είναι πολύ βολική και οικεία για να είναι θαυματουργή και θεϊκή.

Σε ένα επόμενο στάδιο αυτό που επίσης προκαλεί ερωτήματα είναι η φύση του φωτός ή μάλλον τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα που ονομάζουμε φως.

Ο άνθρωπος έχει προσπαθήσει να δημιουργήσει την τέλεια πηγή φωτός. Τι χαρακτηριστικά έχει αυτή; Αυτή θα είναι μια πηγή της οποίας η εκπομπή ακτινοβολίας θα καλύπτει ολόκληρο το ορατό φάσμα ομοιόμορφα και με συνέχεια ή για την περίπτωση του ανθρώπινου ματιού η κατανομή των κυμάτων θα ακολουθεί την καμπύλη ευαισθησίας του στα διάφορα χρώματα.
  
Στις προσπάθειες του ο άνθρωπος να δημιουργήσει την τέλεια πηγή φωτός έχει επιστράτευση την θερμότητα (πυράκτωση μέσω ηλεκτρικού ρεύματος αλλά και εξώθερμες χημικές αντιδράσεις όπως στην περίπτωση της φωτιάς) έχοντας όμως μπροστά του το όριο των 3500 βαθμών κελσίου περίπου αφού κανένα υλικό δεν υπάρχει στη στερεά φάση πάνω από αυτή τη θερμοκρασία. Σε αυτή την περίπτωση ναι μεν δημιουργείται ένα συνεχές φάσμα αλλά όχι στα πρότυπα που περιγράψαμε. Αυτό που δημιουργείται είναι ένα θερμό πορτοκαλοκίτρινο φως όπως αυτό των κεριών με έμφαση στα μεγαλύτερα ορατά μήκη κύματος.