Τα κόμματα εξουσίας και τα κινήματα των ιθαγενών έχουν διαφορετικούς στόχους και ιδεολογικούς προσανατολισμούς
Στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα η Λατινική Αμερική ενσαρκώνει την επιτυχία του κόσμου της Αριστεράς. Η αλήθεια αυτή έχει δύο πλευρές. Η πρώτηκαι πιο διαδεδομένη- είναι ότι τα κόμματα της Αριστεράς ή της Κεντροαριστεράς έχουν κερδίσει πολλές εκλογές στη διάρκεια της δεκαετίας. Και όλες οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής συνολικά έχουν κρατήσει για πρώτη φορά έναν σημαντικό βαθμό απόστασης από τις ΗΠΑ. Η Λατινική Αμερική έχει γίνει μια σχετικά αυτόνομη γεωπολιτική δύναμη.
Η δεύτερη πλευρά αυτής της αλήθειας είναι ότι τα κινήματα των ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής έχουν εδραιωθεί πολιτικά σχεδόν παντού και έχουν διεκδικήσει το δικαίωμά τους να οργανώνουν την πολιτική και κοινωνική τους ζωή αυτόνομα. Ολα ξεκίνησαν με την εντυπωσιακή εξέγερση του κινήματος των νεοΖαπατίστας στη μεξικανική επαρχία Τσιάπας το 1994. Ας μην υποτιμηθεί η εμφάνιση παρόμοιων κινημάτων από τη μία ως την άλλη άκρη της Λατινικής Αμερικής και ο βαθμός στον οποίο αυτά έχουν δημιουργήσει ένα διαμερικανικό δίκτυο τοπικών οργανωτικών δομών.
Το πρόβλημα είναι ότι τα δύο είδη Αριστεράς- τα κόμματα εξουσίας και τα κινήματα των ιθαγενών - δεν έχουν τους ίδιους στόχους, ενώ χρησιμοποιούν αρκετά διαφορετική ιδεολογική γλώσσα.
Τα κόμματα έχουν καταστήσει κύριο στόχο τους την οικονομική ανάπτυξη. Προσπαθούν να την επιτύχουν έστω και εν μέρει ασκώντας μεγαλύτερο έλεγχο στους φυσικούς πόρους και επιδιώκοντας καλύτερες συμφωνίες με επιχειρήσεις του εξωτερικού, κυβερνήσεις και διακυβερνητικούς οργανισμούς. Στοχεύουν στην οικονομική ανάπτυξη καθώς πιστεύουν πως μόνο έτσι θα βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο και θα γίνει δυνατή μια πιο ουσιαστική ισότητα.
Τα κινήματα των ιθαγενών με τη σειρά τους προσπαθούν να αποκτήσουν μεγαλύτερο έλεγχο στους πόρους τους και καλύτερες συμφωνίες τόσο με εξωτερικούς παράγοντες όσο και με τις εθνικές κυβερνήσεις. Γενικά δηλώνουν ότι στόχος τους δεν είναι η οικονομική ανάπτυξη αλλά η συμφιλίωσή τους με την «ΡachaΜama», τη Μητέρα Γη. Δεν θέλουν πιο εντατική εκμετάλλευση των φυσικών πόρων αλλά πιο σοφή χρήση που σέβεται την οικολογική ισορροπία. Στοχεύουν στο «buen vivir», στην καλή διαβίωση. Δεν είναι καθόλου περίεργο που τα κινήματα των ιθαγενών βρίσκονται σε σύγκρουση με τις λίγες συντηρητικές κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής, όπως το Μεξικό, η Κολομβία και το Περού. Αλλά τα κινήματα αυτά συγκρούονται πιο έντονα και ανοιχτά και με τις κυβερνήσεις της Κεντροαριστεράς, όπως αυτές στη Βραζιλία, στη Βενεζουέλα και στον Ισημερινό. Το ζήτημα στις χώρες αυτές είναι αν και πώς εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους, ποιος παίρνει τις αποφάσεις και ποιος ελέγχει τα δημόσια έσοδα.
Τα αριστερά κόμματα συνηθίζουν να κατηγορούν τα κινήματα των ιθαγενών ότι αποτελούν, σκόπιμα ή μη, πιόνια των εθνικών δεξιών κομμάτων και εξωτερικών δυνάμεων, ιδιαιτέρως των ΗΠΑ. Τα κινήματα των ιθαγενών επιμένουν ότι δρουν με βάση τα δικά τους συμφέροντα και δική τους πρωτοβουλία, ενώ κατηγορούν τις αριστερές κυβερνήσεις ότι δρουν όπως οι συντηρητικές κυβερνήσεις του παρελθόντος, χωρίς πραγματικό ενδιαφέρον για τις περιβαλλοντικές συνέπειες της ανάπτυξης.
Πολύ ενδιαφέρον είναι το παράδειγμα του Ισημερινού. Εκεί η αριστερή κυβέρνηση του προέδρου Ραφαέλ Κορέα, που πήρε την εξουσία με την υποστήριξη των κινημάτων των ιθαγενών, ήρθε κατόπιν σε μεγάλη σύγκρουση μαζί τους. Η πιο έντονη διαμάχη τους αφορούσε την επιθυμία της κυβέρνησης να εκμεταλλευθεί πετρελαϊκούς πόρους σε μια προστατευμένη περιοχή του Αμαζονίου, το Γιασούνι.
Αρχικά η κυβέρνηση αγνόησε τις διαμαρτυρίες των ιθαγενών. Αλλά μετά ο κ. Κορέα έδωσε εναλλακτική λύση. Πρότεινε στις εύπορες κυβερνήσεις του λεγόμενου «παγκόσμιου Βορρά» («global Νorth») το εξής: αν η Δημοκρατία του Ισημερινού δεν προχωρούσε σε οποιαδήποτε εκμετάλλευση του Γιασούνι, οι πλούσιες αυτές κυβερνήσεις θα έπρεπε να την αποζημιώσουν καθώς επρόκειτο για σημαντική συνεισφορά στον παγκόσμιο αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής.
Οταν έγινε η πρόταση αυτή για πρώτη φορά στη Σύνοδο της Κοπεγχάγης το 2009, θεωρήθηκε αποκύημα της φαντασίας. Αλλά έπειτα από έξι μήνες διαπραγματεύσεων έξι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (Γερμανία, Ισπανία, Βέλγιο, Γαλλία και Σουηδία) συμφώνησαν να δημιουργήσουν ένα ταμείο, τη διαχείριση του οποίου έχει το Πρόγραμμα Ανάπτυξης του ΟΗΕ, για να χρηματοδοτήσουν τη Δημοκρατία του Ισημερινού ώστε να «αφήσει ήσυχη» την περιοχή του Γιασούνι, συμβάλλοντας στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Αλλά πόσες τέτοιες συμφωνίες μπορούν να γίνουν; Αραγε ο δρόμος προς μια καλύτερη ζωή για τον λεγόμενο «παγκόσμιο Νότο» («global South») προϋποθέτει μια σοσιαλιστική αντίληψη της κοινωνίας σε συνδυασμό με τη διαρκή οικονομική ανάπτυξη; ή προϋποθέτει αυτό που ορισμένοι ονομάζουν αλλαγή στις αξίες των πολιτισμών, στον κόσμο του buen vivir;
Αν και η διαμάχη αυτή αφορά προς το παρόν τις δυνάμεις της Αριστεράς στη Λατινική Αμερική, αποτελεί παράλληλα τη βασική αιτία πολλών εντάσεων στην Ασία, στην Αφρική, ακόμη και στην Ευρώπη. Μπορεί να αποδειχθεί η μεγάλη διαμάχη του 21ου αιώνα. Και σίγουρα δεν θα είναι εύκολο να βρεθεί λύση.
Ο κ. Ιμάνουελ Βαλερστάιν είναι συντονιστής ερευνών στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Υale.