H δικαιοσύνη είναι σαν το φίδι, τσιμπά μόνο τους ξυπόλητους!
Ωραία, τώρα που η Βραζιλία ανέλαβε μέσα σε δύο χρόνια και το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου και την Ολυμπιάδα, η «πόλη του Θεού», το μεγάλο Ρίο ντε Τζανέιρο θα μπορέσει να απαλλαγεί οριστικά από τα μιάσματα τους φτωχούς και να μοιάσει στο Σάο Πάολο των τεχνοκρατών και τη Μπραζίλια των κυβερνητικών. Αρκετά τους ανεχτήκαμε με τις φαβέλες τους που μας ντροπιάζουν…Και μας κλέβουν και τις φρυγανιές.
Διαβάζω ένα άρθρο στους New York Times για το χιλιοειπωμένο ζήτημα της αστυνομίας της Βραζιλίας και ειδικά του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στα αγγλοσαξωνικά μέσα ενημέρωσης το ζήτημα αυτό, όπως παρομοίως και αυτό των ναρκεμπόρων στο Μεξικό μοιάζει πιο πολύ με μία ζωντανή ταινία του Χόλιγουντ. Αλλά ζωντανή, με όλα τα στοιχεία που «φέρνουν εισιτήρια» στα δυτικά μυαλά: αίμα, σπέρμα, βία, επιβολή. Το υποσυνείδητο του δυτικού, καταπιεσμένο από τα πρώτα χρόνια της γέννησής του τα λατρεύει κάτι τέτοια. Το υποσυνείδητο του μέσου Βραζιλιάνου, επίσης καταπιεσμένου από μικρού, του έχει μάθει να τα ανέχεται.
Η Βραζιλία “θα γίνει υπερδύναμη” και τι καλύτερο από το να στρέψει εκεί ο κόσμος τα βλέμματά του δυο φορές σε τρία χρόνια, μία για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 2014 και μία για την Ολυμπιάδα του 2016. Λύθηκαν όλα μας τα προβλήματα.
Μακριά από τη συλλογική συνείδηση των κοντινών ιθαγενών, το Ρίο ντε Τζανέιρο, η πραγματική καρδιά και ψυχή της Βραζιλίας μπαίνει με τον πλέον ολοκληρωτικό τρόπο στην εξατομικευμένη κοινωνία. Όχι ότι δεν είχε μπει, αλλά τα επόμενα χρόνια –τα σπορ να ναι καλά- τελειώνει κάθε αυταπάτη.
Οι δυνάμεις ασφαλείας του Ρίο ντε Τζανέιρο έχουν πολύ χρόνο στην διάθεσή τους, πέντε χρόνια ολόκληρα, για να καθαρίσουν την πόλη από τους φτωχούς που διακινούν όλη την κόκα, προωθούν όλες τις πουτάνες, κάνουν όλες τις δολοφονίες, προκαλούν όλες τις ληστείες και τους βιασμούς και κάνουν τους πάμπλουτους γλείφτες της εξουσίας να κοκκινίζουν από ντροπή όταν βλέπουν ρεπορτάζ στις τηλεοράσεις τους, μέσα στις περικλεισμένες με τσιμεντένιους ή και ηλεκτροφόρους τοίχους επαύλεις τους.
Τους πεινασμένους στις φαβέλες κανείς δεν τους ρώτησε, όπως κανείς δεν τους ρωτάει όταν τους ρίχνουν στην φυλακή ανήλικους ακόμα και επειδή έκλεψαν δυο φρατζόλες ψωμί, ή όταν οι κατά τα μμε «δυνάμεις ασφαλείας», οι οποίες στην πραγματικότητα αποτελούν μια μίξη αστυνομίας-στρατού άρτια εξοπλισμένης με την τελευταία λέξη των όπλων, γαζώνουν κόσμο και κοσμάκη ισοπεδώνοντας ολόκληρες γειτονιές, ακόμα και στο περιθώριο «ασκήσεων».
Μπολιασμένοι με το μίσος για τη φτώχεια και τους φτωχούς και όχι για τα αφεντικά τους, τα παλιά αλλά κυρίως τα νεόκοπα μέλη αυτών των δυνάμεων ασφαλείας, γαλουχούνται με την ιδέα ότι η «χώρα του Θεού» είναι φτωχή επειδή…φταίνε οι φτωχοί και όχι οι πλούσιοι πατρώνες τους, οι οποίοι συχνά τους χρηματοδοτούν.
Η πόλη για να δείξει ότι ξεφεύγει πια από το παλιό παραδοσιακό carioca στοιχείο της θα ξοδέψει ακόμα περισσότερα εκατομμύρια δολάρια για μολύβι στα κεφάλια των αδυνάτων, για ελικόπτερα που θα παρακολουθούν τα δεκάχρονα μη σπάσουν τον καθρέφτη καμιάς Μερσεντές και για κάμερες παρακολούθησης που θα κάνουν το Ρίο ντε Τζανέιρο Λονδίνο.
Η χώρα πανευτυχής θα διοργανώσει άρτια το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014, και μέσα στις φαβέλες θα γιορτάζουν τις βραζιλιάνικες νίκες αποκλεισμένοι από τον έξω κόσμο από το στρατό. Μέχρι τότε το Ρίο θα ζει πιο έντονο από ποτέ το δικό του εσωτερικό πόλεμο του οποίου τα θύματα είναι ανάλογα με το να βρισκόταν η χώρα σε μόνιμη πολεμική σύρραξη.
Το πανηγύρι δεν θα έχει τελειωμό…Δύο χρόνια μετά το Μουντιάλ, η χώρα στους Ολυμπιακούς οριστικά θα έχει γίνει υπερδύναμη, με δεκάδες μετάλια, χιλιάδες εταιρίες, εκατομμύρια τουρίστες να γιορτάζουν την αποθέωση του τίποτα, και το χειρότερο, επιβεβαιώνοντας τους κακοπροαίρετους που πάντα έβρισκαν λόγους να πουν ότι οι Βραζιλιάνοι είναι μόνο για τα καρναβάλια, αλλά και τον Εντουάρντο Γκαλεάνο που κάποτε έγραψε ότι «η δικαιοσύνη είναι σαν το φίδι γιατί τσιμπά μόνο τους ξυπόλητους».
_______________
ΥΓ: Τις προάλλες δημοσιεύτηκε και στην Ελλάδα το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Raphael Gomide που γράφτηκε στις Δυνάμεις Ασφαλείας της πόλης και εκπαιδεύτηκε αναλόγως.
Ωραία, τώρα που η Βραζιλία ανέλαβε μέσα σε δύο χρόνια και το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου και την Ολυμπιάδα, η «πόλη του Θεού», το μεγάλο Ρίο ντε Τζανέιρο θα μπορέσει να απαλλαγεί οριστικά από τα μιάσματα τους φτωχούς και να μοιάσει στο Σάο Πάολο των τεχνοκρατών και τη Μπραζίλια των κυβερνητικών. Αρκετά τους ανεχτήκαμε με τις φαβέλες τους που μας ντροπιάζουν…Και μας κλέβουν και τις φρυγανιές.
Διαβάζω ένα άρθρο στους New York Times για το χιλιοειπωμένο ζήτημα της αστυνομίας της Βραζιλίας και ειδικά του Ρίο ντε Τζανέιρο. Στα αγγλοσαξωνικά μέσα ενημέρωσης το ζήτημα αυτό, όπως παρομοίως και αυτό των ναρκεμπόρων στο Μεξικό μοιάζει πιο πολύ με μία ζωντανή ταινία του Χόλιγουντ. Αλλά ζωντανή, με όλα τα στοιχεία που «φέρνουν εισιτήρια» στα δυτικά μυαλά: αίμα, σπέρμα, βία, επιβολή. Το υποσυνείδητο του δυτικού, καταπιεσμένο από τα πρώτα χρόνια της γέννησής του τα λατρεύει κάτι τέτοια. Το υποσυνείδητο του μέσου Βραζιλιάνου, επίσης καταπιεσμένου από μικρού, του έχει μάθει να τα ανέχεται.
Η Βραζιλία “θα γίνει υπερδύναμη” και τι καλύτερο από το να στρέψει εκεί ο κόσμος τα βλέμματά του δυο φορές σε τρία χρόνια, μία για το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου το 2014 και μία για την Ολυμπιάδα του 2016. Λύθηκαν όλα μας τα προβλήματα.
Μακριά από τη συλλογική συνείδηση των κοντινών ιθαγενών, το Ρίο ντε Τζανέιρο, η πραγματική καρδιά και ψυχή της Βραζιλίας μπαίνει με τον πλέον ολοκληρωτικό τρόπο στην εξατομικευμένη κοινωνία. Όχι ότι δεν είχε μπει, αλλά τα επόμενα χρόνια –τα σπορ να ναι καλά- τελειώνει κάθε αυταπάτη.
Οι δυνάμεις ασφαλείας του Ρίο ντε Τζανέιρο έχουν πολύ χρόνο στην διάθεσή τους, πέντε χρόνια ολόκληρα, για να καθαρίσουν την πόλη από τους φτωχούς που διακινούν όλη την κόκα, προωθούν όλες τις πουτάνες, κάνουν όλες τις δολοφονίες, προκαλούν όλες τις ληστείες και τους βιασμούς και κάνουν τους πάμπλουτους γλείφτες της εξουσίας να κοκκινίζουν από ντροπή όταν βλέπουν ρεπορτάζ στις τηλεοράσεις τους, μέσα στις περικλεισμένες με τσιμεντένιους ή και ηλεκτροφόρους τοίχους επαύλεις τους.
Τους πεινασμένους στις φαβέλες κανείς δεν τους ρώτησε, όπως κανείς δεν τους ρωτάει όταν τους ρίχνουν στην φυλακή ανήλικους ακόμα και επειδή έκλεψαν δυο φρατζόλες ψωμί, ή όταν οι κατά τα μμε «δυνάμεις ασφαλείας», οι οποίες στην πραγματικότητα αποτελούν μια μίξη αστυνομίας-στρατού άρτια εξοπλισμένης με την τελευταία λέξη των όπλων, γαζώνουν κόσμο και κοσμάκη ισοπεδώνοντας ολόκληρες γειτονιές, ακόμα και στο περιθώριο «ασκήσεων».
Μπολιασμένοι με το μίσος για τη φτώχεια και τους φτωχούς και όχι για τα αφεντικά τους, τα παλιά αλλά κυρίως τα νεόκοπα μέλη αυτών των δυνάμεων ασφαλείας, γαλουχούνται με την ιδέα ότι η «χώρα του Θεού» είναι φτωχή επειδή…φταίνε οι φτωχοί και όχι οι πλούσιοι πατρώνες τους, οι οποίοι συχνά τους χρηματοδοτούν.
Η πόλη για να δείξει ότι ξεφεύγει πια από το παλιό παραδοσιακό carioca στοιχείο της θα ξοδέψει ακόμα περισσότερα εκατομμύρια δολάρια για μολύβι στα κεφάλια των αδυνάτων, για ελικόπτερα που θα παρακολουθούν τα δεκάχρονα μη σπάσουν τον καθρέφτη καμιάς Μερσεντές και για κάμερες παρακολούθησης που θα κάνουν το Ρίο ντε Τζανέιρο Λονδίνο.
Η χώρα πανευτυχής θα διοργανώσει άρτια το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014, και μέσα στις φαβέλες θα γιορτάζουν τις βραζιλιάνικες νίκες αποκλεισμένοι από τον έξω κόσμο από το στρατό. Μέχρι τότε το Ρίο θα ζει πιο έντονο από ποτέ το δικό του εσωτερικό πόλεμο του οποίου τα θύματα είναι ανάλογα με το να βρισκόταν η χώρα σε μόνιμη πολεμική σύρραξη.
Το πανηγύρι δεν θα έχει τελειωμό…Δύο χρόνια μετά το Μουντιάλ, η χώρα στους Ολυμπιακούς οριστικά θα έχει γίνει υπερδύναμη, με δεκάδες μετάλια, χιλιάδες εταιρίες, εκατομμύρια τουρίστες να γιορτάζουν την αποθέωση του τίποτα, και το χειρότερο, επιβεβαιώνοντας τους κακοπροαίρετους που πάντα έβρισκαν λόγους να πουν ότι οι Βραζιλιάνοι είναι μόνο για τα καρναβάλια, αλλά και τον Εντουάρντο Γκαλεάνο που κάποτε έγραψε ότι «η δικαιοσύνη είναι σαν το φίδι γιατί τσιμπά μόνο τους ξυπόλητους».
_______________
ΥΓ: Τις προάλλες δημοσιεύτηκε και στην Ελλάδα το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Raphael Gomide που γράφτηκε στις Δυνάμεις Ασφαλείας της πόλης και εκπαιδεύτηκε αναλόγως.