1 Μαρτίου 2008
CUBA LIBRE
μία πρώτη γεύση
Το καλοκαίρι του 2007, 4 μέλη της συντακτικής επιτροπής είχαμε την τύχη να βρεθούμε στην Κούβα. Τα σημειώματα που θα ακολουθήσουν και σε επόμενα φύλλα, επιχειρούν να μεταφέρουν λίγο από αυτό που ζήσαμε στο νησί της επανάστασης.
Το να περιγράψεις αυτή την εμπειρία είναι αρκετά δύσκολο, αφού τα συναισθήματα που σε πλημμυρίζουν , όταν πατάς το πόδι σου στην Αβάνα είναι ανάμεικτα και αντιφατικά . Όλα εξαρτώνται από το τι περιμένεις να δεις. Οι περισσότεροι έχουμε στο μυαλό μας μια μυθοποιημένη αίσθηση για την Κούβα, το λαό της και την επανάσταση και είναι πολύ εύκολο, αν δεν αποστασιοποιηθείς λίγο και δεν δεις πιο ψύχραιμα αυτό που συμβαίνει γύρω σου , να φύγεις από κει με αισθήματα απογοήτευσης , όσον αφορά την καθημερινή ζωή των Κουβανών, αλλά και αμφιβολίας για το μέλλον της χώρας αυτής, στην μετά «Κάστρο εποχή».
Τα συνθήματα υπεράσπισης της επανάστασης όπου γυρίσει το μάτι σου, αναρίθμητα γκράφιτι με τον Τσε , λιγότερα με τον Καμίλο και ελάχιστα με τον Κάστρο, οι παππούδες με την Γκράνμα στο χέρι, να την πουλάνε έξω από τα ξενοδοχεία, αλλά και αρκετοί πιτσιρικάδες με τα λογότυπα US ARMY στα μπλουζάκια τους , οι κάθε χρώματος, φυλής και κουλτούρας τουρίστες που κυκλοφορούν γύρω σου, με τους Κουβανούς να τους πλευρίζουν σε κάθε τους βήμα, προσπαθώντας να εξασφαλίσουν μερικά τουριστικά πέσος , πολύτιμα για την επιβίωσή τους, τα υπερπολυτελή ξενοδοχεία και οι πάμπτωχες συνοικίες της Αβάνας, οι μουσικές μπάντες σε κάθε γωνιά και η έμφυτη κλίση των Κουβανών για χορό και τραγούδι οποιαδήποτε ώρα της ημέρας είναι μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν μια κοινωνία ζωντανή, που παλεύει με τις αντιθέσεις της, σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, και σου δίνουν μόνο μια γεύση της ζωής σήμερα στην Κούβα.
Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να βγάλει ασφαλή συμπεράσματα για το μέλλον της χώρας, ύστερα από 14 ημέρες παραμονής εκεί. Μπορεί μόνο, να παραθέσει κάποια στοιχεία, με πολύ υποκειμενική άποψη, και υπό το πρίσμα της τουριστικής ιδιότητας, που ενέχει και τον κίνδυνο να έχεις δει μόνο τη βιτρίνα και σ’ αυτά που θεωρείς καλά, αλλά και σ’ αυτά που θεωρείς άσχημα.
Το να ταξιδέψεις στην Κούβα χωρίς γκρουπ ακούγεται κάπως ριψοκίνδυνο σε μερικούς, μπορεί ν’ αποδειχθεί όμως μεγάλο πλεονέκτημα. Πρέπει να πούμε ότι η Κούβα, είναι η μόνη χώρα που έχεις αυτή τη δυνατότητα. Στις άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, δεν διανοείσαι καν, να πας μόνος σου. Στην Κούβα περπατήσαμε με ασφάλεια όλες τις ώρες της ημέρας, αλλά και της νύχτας, ακόμα και σε συνοικίες που θεωρούνταν κακόφημες, χωρίς κανένα πρόβλημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ασφάλειας αλλά και της αξιοπρέπειας των Κουβανών, παρ’ όλη την φτώχεια που υπάρχει, ήταν ότι όταν χάθηκε το πορτοφόλι ενός εκ των τεσσάρων μας σε κοινόχρηστο χώρο του ξενοδοχείου, μετά από 2 ώρες που επιστρέψαμε μας το παρέδωσαν με όλα όσα είχε μέσα.
Το να πας λοιπόν μόνος, σου δίνει την δυνατότητα ν’ ανακατευτείς με τους Κουβανούς όσο περισσότερο γίνεται , να προσπαθήσεις να μπεις κάτω από την τουριστική βιτρίνα, να κυκλοφορήσεις σε συνοικίες που το γκρουπ δεν θα σε πήγαινε ποτέ. Αρκεί ν’ αναφέρουμε ότι εμείς δεν πήγαμε στο Βαραδέρο, πράγμα ανήκουστο για τουρίστα στην Κούβα. Αυτό που δεν μπορείς όμως ν’ αποτινάξεις από πάνω σου είναι η τουριστική ιδιότητα, πράγμα που τις πρώτες μέρες σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα στη επαφή σου με τους Κουβανούς , γιατί η αντίθεση είναι πολύ μεγάλη και οι σχέσεις που αναπτύσσουν οι Κουβανοί με τους τουρίστες είναι σχέσεις αγάπης-μίσους, θα έλεγα. Αγάπης γιατί σε έχουν ανάγκη για τα πέσος που μπορούν να εξοικονομήσουν από σένα, προσφέροντας πάντα τις υπηρεσίες τους και μίσους γιατί θεωρούν τον εαυτό τους υποβαθμισμένο σε σχέση με την αντιμετώπιση του κράτους προς τον τουρίστα, μιας και στον τουρίστα «όλα» επιτρέπονται. Φροντίζει γι’ αυτό η αστυνομία που βρίσκεται σε κάθε γωνία, για να σε «προστατέψει» από τον Κουβανό,(δηλαδή να τον διώξει μ’ ένα νεύμα και μόνο), αν δείξεις και με την παραμικρή γκριμάτσα, ότι ενοχλείσαι. Ο τουρίστας είναι το υπέρτατο αγαθό. Από την άποψη του κράτους δεν έχουν άδικο βέβαια, μιας και ο τουρισμός αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες πηγές εσόδων σήμερα στην Κούβα και που αν δεν είχε κάνει αυτό το άνοιγμα δεν ξέρουμε αν θα είχε επιβιώσει μέχρι σήμερα, μετά την πτώση των σοσιαλιστικών κρατών και το αμερικανικό εμπάργκο πάνω από 40 χρόνια τώρα. Όταν λοιπόν συμβιβαστείς μ’ αυτό το ρόλο, γιατί τουρίστας είσαι στη χώρα αυτή και τίποτα άλλο, τότε και το ταξίδι σου μπορείς να χαρείς περισσότερο και να προσπαθήσεις να εξηγήσεις γιατί τα πράγματα είναι έτσι όπως είναι. Αλλά ας τα πάρουμε όλα από την αρχή.
Στην Κούβα υπάρχουν 2 νομίσματα. Το πέσο και το τουριστικό πέσο. Το τουριστικό πέσο αντικατέστησε πριν μερικά χρόνια το δολάριο, που ήταν το δεύτερο επίσημο νόμισμα της Κούβας και που κυκλοφορούσε ελεύθερα (δεν υπήρχε δηλ. Μαύρη αγορά) Οι τουρίστες συναλλάσσονται μόνο με τουριστικό πέσο, το οποίο σε σχέση με το εθνικό, έχει αναλογία ένα προς είκοσι πέντε. Ο μισθός του μέσου Κουβανού είναι 250-300 εθνικά πέσος (περίπου 10 ευρώ). Αρχιτέκτονας σε κρατική υπηρεσία, σε ηλικία κοντά στην σύνταξη είχε μισθό 450-500 εθνικά πέσος. Μαζί με το μισθό του χορηγούνται κουπόνια μηνιάτικα, για βασικά είδη διατροφής, όπως γάλα, κρέας, κοτόπουλο, μπύρα κ.λ.π.. που διατίθενται σε ειδικά μαγαζιά. Όμως χωρίς και το τουριστικό πέσο ο Κουβανός δεν μπορεί να ζήσει. Διότι εξίσου βασικά είδη, όπως το λάδι, το σαπούνι, τα ρούχα κ.λ.π. πωλούνται στα μαγαζιά σε τουριστικά πέσος, και αν δεν έχεις δεν μπορείς να τ΄ αγοράσεις. Η πλειοψηφία βέβαια έχει και τα δύο, είτε νόμιμα (δουλεύοντας κάποιος από την οικογένεια στον τουρισμό), είτε «παράνομα» (κάνοντας τον ξεναγό, το παράνομο ταξί κ.λ.π.). Γι’αυτό και το όνειρο κάθε Κουβανού είναι να δουλέψει στον τουρισμό. Όσοι δουλεύουν εκεί,(μόνο ένας από κάθε οικογένεια έχει το δικαίωμα) μπορούν ν’αγοράσουν καλύτερα ρούχα, να πάρουν την μπύρα την BUKANERO’S και όχι του δελτίου, γενικά να ζήσουν καλύτερα. Αυτό αντικειμενικά δημιουργεί αντιθέσεις μέσα στην κοινωνία. Υπάρχει όμως μια διαφορά σε σχέση με το δολάριο.. Συσσωρεύοντας τουριστικά πέσος ο Κουβανός μπορεί μόνο να ζήσει καλύτερα. ‘Άλλωστε και το ίδιο το κράτος είναι εμφανές ότι τους λεγόμενους «παράνομους» τρόπους εξασφάλισης τουριστικών πέσος τους αφήνει. Αυτό όμως έχει αντίκτυπο και στην συνείδηση. Υπάρχουν και οι Κουβανοί που αφήνουν σήμερα την δουλειά τους, γιατί στο αλισβερίσι με τους τουρίστες βγάζουν περισσότερα. Η κρατική παρέμβαση σωστά αποτυπώνεται στο ότι επιτρέπει στον Κουβανό να δουλέψει στον τουρισμό μετά από 10 χρόνια υποχρεωτικής εργασίας στην δουλειά που σπούδασε. Το ακριβώς ανάποδο από τη δική μας επετηρίδα.
Συνεχίζεται…. http://voria-tis-athinas.blogspot.com/2008/06/cuba-libre-2.html
Λουκία Κωνσταντίνου