11 Απριλίου 2010

Μόνη λύση σήμερα η αναστολή πληρωμών


του Σπύρου Μαρκέτου

Είναι αδύνατο να ανακάµψει η οικονοµία στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που υιοθετεί πλέον η κυβέρνηση, πιεσµένη από τις «αγορές», οι οποίες επιβάλλουν τις επιλογές τους και στην ΕΕ. Πρiν από καιρό, κι ενώ περί άλλα τύρβαζαν πολλοί που σήµερα κινδυνολογούν, είχα υποστηρίξει ότι πρέπει να κηρυχθεί στάση πληρωµών του δηµόσιου χρέους (ξεπέρασαν τα 41 δις το 2009) και να γίνει αναδιαπραγµάτευσή του. Ειδάλλως θα χρειαζόταν «να περικοπούν όλες οι κοινωνικές δαπάνες και να µπει φυτίλι στη δηµοκρατία και την κοινωνική συνοχή για να πληρωθούν κατά προτεραιότητα οι δανειστές [...] Κάτι τέτοιο, βέβαια, σηµαίνει καταστροφική και βίαιη υποβάθµιση του βιοτικού επιπέδου και υπόσχεται, οδηγώντας τη χώρα δεκαετίες πίσω, εντάσεις τέτοιες που δεν έχουµε ξαναδεί από τον καιρό του Εµφυλίου». [1]

Οι εξελίξεις που µεσολάβησαν δυστυχώς επικυρώνουν αυτή την εκτίµηση. Απλώς το δηµόσιο χρέος βάρυνε στο µεταξύ άλλα 40 δις, τα οποία φυσικά δεν έγιναν µισθοί και συντάξεις, αλλά και πάλι γλίστρησαν προς τους ισχυρούς. Πολιτική µε τραγική κατάληξη: υπογράφοντας η Ελλάδα το σύµφωνο οµαδικής αυτοκτονίας που της ζητούν οι «αγορές» γίνεται προτεκτοράτο, µας εξηγεί ένας στρατηγικός αναλυτής παγκόσµιων επενδύσεων χαρτοφυλακίου. [2] Ο πλούτος της χώρας κλείνεται στα θησαυροφυλάκια των τραπεζών και µερικών µεγάλων επιχειρήσεων, ενώ τα νοικοκυριά ρίχνονται στη φτώχεια. Kάθε νεογέννητο βρίσκεται φορτωµένο µε τριάντα χιλιάδες δηµόσιο χρέος, που δεν δαπανήθηκε για χάρη του, και καλείται να δουλεύει ισόβια για να το ξεπληρώσει. Σε τι διαφέρει άραγε από τα παιδιά των µαύρων σκλάβων που γεννιούνταν δούλοι κι έπρεπε έπειτα, τα πιο τυχερά, να εξαγοράσουν την ελευθερία τους; [3]

Οι οικονοµικές θυσίες τα ερχόµενα χρόνια είναι αναπόφευκτες, το ζήτηµα είναι αν θα µοιραστούν δίκαια. Θα είναι τέτοιες που µας κάνουν δουλοπάροικους των τραπεζιτών ή, αντίθετα, θα επιβαρύνουν κυρίως αυτούς που ωφελήθηκαν από τις πολιτικές επιλογές των τελευταίων δεκαετιών και θα συνοδευτούν από αντισταθµιστικές θεσµικές αλλαγές, ευρύτατες και ριζικές, τέτοιες που ν’ αντιστρέφουν την κοινωνική πόλωση; Η έκβαση της µάχης, που δεν αφορά µόνο την Ελλάδα, είναι αβέβαιη, όπως παραστατικά µας εξηγεί ο µεγάλος κοινωνιολόγος Ιµµάνουελ Βαλλερστάιν σ’ ένα βιβλιαράκι απαραίτητο για να γνωρίσουµε την εποχή µας. [4] Αυτό σηµαίνει πως µπορεί να χαθεί, αλλά έχει και πολύ περισσότερες πιθανότητες απ’ όσες φανταζόµαστε να κερδηθεί.

Βασική πολιτική πραγµατικότητα είναι ότι ο ελληνικός λαός είδε το κράτος να δίνει δεκάδες δις για να σώσει τις τράπεζες, ψήφισε την κυβέρνηση επειδή πληροφορήθηκε ότι «λεφτά υπάρχουν», και όµως καλείται τώρα σε θυσίες χωρίς ηµεροµηνία λήξης. Σ’ αυτές τις συνθήκες αποτελεί πράξη ύψιστης πολιτικής ανευθυνότητας να δοκιµαστούν ακόµη περισσότερο οι αντοχές του. Οι θεσµικά ισχυροί αλλά διανοητικά µετέωροι και πολιτικά ευάλωτοι γκουρού του νεοφιλελευθερισµού ζητούν αναδιανοµή του εθνικού προϊόντος υπέρ των πλούσιων. Αυτή όµως θα εξαερώσει άµεσα τη νοµιµοποίηση της κυβέρνησης, και µεσοπρόθεσµα δεν απειλεί απλώς µε εξάρθρωση το κυβερνών κόµµα, αλλά και υπονοµεύει την πραγµατική οικονοµία και την ίδια τη δηµοκρατία µας. Λύση εποµένως ηθικά, πολιτικά και οικονοµικά απαράδεκτη. Επιλέγοντάς την το Πασόκ, για να κερδίσει µερικούς βασανιστικούς µήνες φυγής από την πραγµατικότητα, δυναµιτίζει το κύρος του στους οπαδούς του κι εµπεδώνει το µήνυµα ότι στις σηµερινές συνθήκες του τερµατικά αρτηριοσκληρωτικού καπιταλισµού δικαιώµατα δηµοκρατικής επιλογής έχουµε µόνο σε διακοσµητικούς τοµείς.

Η ιστορία µας δίνει εδώ ένα διδακτικό παράδειγµα. Το 1932 ο ελληνικός λαός ήταν πολύ πιο αµόρφωτος και ανοργάνωτος, και λιγότερο απαιτητικός από σήµερα. Ωστόσο ο χαρισµατικός πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, που είχε πρόσφατα επανεκλεγεί σαρώνοντας τους αντιπάλους του, εξανέµισε τη δηµοτικότητά του ακολουθώντας µια πολιτική σαν κι αυτήν που σχεδιάζει τώρα ο Γιώργος Παπανδρέου. Αφαίµαξε την οικονοµία στη λεγόµενη Μάχη της Δραχµής και όταν τελικά κήρυξε στάση πληρωµών, έπειτα από µερικούς µήνες αντίστασης δηλαδή, ήταν πια πολύ αργά. Το κόµµα του είχε στο µεταξύ διαλυθεί και η δηµοκρατία εκτροχιαστεί,µε τελικούς ωφεληµένους τους Γλύξµπουργκ και τον Μεταξά. Η ειρωνεία είναι ότι µετά την πτώση του Βενιζέλου οι ακροδεξιές κυβερνήσεις σταθεροποιήθηκαν ακριβώς επειδή η ελληνική οικονοµία, διαψεύδοντας τους τότε γκουρού των αγορών, σηµείωσε πρωτοφανείς ρυθµούς ανόδου. Η πτώχευση ξαναζωντάνεψε την αγορά,µεταφέροντας πόρους από τα θησαυροφυλάκια των τραπεζών στην πραγµατική οικονοµία, από το εξωτερικό στο εσωτερικό. Τα καθέκαστα αφηγείται ωραία ο Μαρκ Μαζάουερ, σ’ ένα βιβλίο που αξίζει να διαβάσουν όσοι εκπλήσσονται µε τη σηµερινή κρίση. [5]

Είναι σήµερα εφικτό αυτό που έκανε τότε ο Βενιζέλος; Ναι, είναι, και πρέπει το ταχύτερο δυνατό να το κάνουµε. Παραπάνω από σαράντα «πτωχεύσεις» σηµειώθηκαν παγκόσµια µετά το 1970, και γενικά ωφέλησαν τις χειµαζόµενες οικονοµίες. Η Ρωσία και η Αργεντινή σε τέτοιες «χρεωκοπίες» στήριξαν την υγιή οικονοµική τους µεγέθυνση,µε εξαιρετικούς ρυθµούς, τα τελευταία χρόνια. Σύµφωνα µε τη σχετική βιβλιογραφία οι κίνδυνοι είναι, στη δική µας περίπτωση,µάλλον θεωρητικοί. [6] Κυρίως ο πρόσκαιρος αποκλεισµός από τις διεθνείς χρηµαταγορές, οι οποίες ωστόσο έτσι κι αλλιώς δεν µάς δανείζουν πλέον µε λογικούς όρους. Επίσης η διαταραχή στις συναλλαγές που φέρνει στις χώρες µε αδύνατο νόµισµα η αναστολή πληρωµών, αλλά από αυτήν το ευρώ σήµερα µάς προστατεύει. Άλλα σηµαντικά ρίσκα δεν αναφέρονται. Στην πραγµατικότητα, οι τραπεζίτες που απειλούσαν θεούς και δαίµονες πριν από τη χρεωκοπία δεν άργησαν να επιστρέψουν στηΜόσχα και στο Μπουένος Άιρες µε το καπέλο στο χέρι, προτείνοντας δελεαστικά νέα δάνεια.

Είναι συµβατή η αναστολή πληρωµών του δηµόσιου χρέους µε την παραµονή στο ευρώ; Ναι, είναι. Το Σύµφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης περιορίζει τα επιτρεπόµενα ελλείµµατα κάθε χώρας, αλλά αφήνει τις εθνικές κυβερνήσεις να βρούν µόνες τους το πώς θα ισοσκελίσουν τον προϋπολογισµό. Η Αθήνα αποφασίζει αν θα ρίξει το έλλειµµα κλείνοντας νοσοκοµεία και σχολεία (προϋπολογισµός 2010 για την παιδεία: 7,6 δις• υγεία και πρόνοια, 6 δις) ή αναστέλλοντας τις πληρωµές στους τραπεζίτες (προϋπολογισµός 2010 για τοκοχρεωλύσια: 45 δις). Δεν γράφει πουθενά το σύνταγµα ότι οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους πιστωτές υπερτερούν έναντι των ευθυνών του προς τους πολίτες. Το ποιός παίρνει τι ψηφίζεται κάθε χρόνο από την εθνική αντιπροσωπεία, λέγεται προϋπολογισµός. Είναι θέµα πολιτικής απόφασης, της Αθήνας και όχι της Φραγκφούρτης ή των Βρυξελλών, το αν ο προϋπολογισµός θα σώσει το κοινωνικό κράτος ή τις τράπεζες που έχουν ξεχάσει τον αναπτυξιακό τους ρόλο. Όπως και το αν θα φορολογηθεί ο λαός ή οι λίγες µεγάλες επιχειρήσεις που άρµεξαν τις παχειές αγελάδες τα χρόνια της πλασµατικής ευµάρειας.

Συµφέρει άραγε τους ισχυρούς της ΕΕ να µας διώξουν από το ευρώ; Αφενός δεν µπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο αν ισοσκελίσουµε τον προϋπολογισµό, έστω και µην πληρώνοντας τους τραπεζίτες και φορολογώντας τους πλούσιους. Αφετέρου δεν τις συµφέρει. Θα υπονόµευαν έτσι ισχύ και βιωσιµότητα του ευρώ, χωρίς διόλου ν’ αντιµετωπίσουν τις κερδοσκοπικές επιθέσεις των τραπεζών, οι οποίες αµέσως µετά θα στόχευαν Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, το Βέλγιο και ακόµη και τη Γαλλία –χώρες όλες τους µε συνολικές δανειακές ανάγκες επαχθέστερες των δικών µας. Λύση στο πρόβληµα της υπερχρέωσης του ευρωπαϊκού νότου συµβατή µε τα συµφέροντα των τραπεζών δεν βλέπω, και µάλλον δεν βλέπουν ούτε και οι τράπεζες.

Ειδικά η Γερµανία θα έχει βαρύ γεωπολιτικό κόστος αν διαλυθεί το ευρώ, χάνοντας το όραµα της ισχυρής και γερµανοκεντρικής Ευρώπης. Μάλλον δέχεται να πληρώσει για να διατηρήσει την ηγεµονία της -να βάλει το χέρι στην τσέπη "βαθειά, συχνά, και πολύ πολύ σύντοµα", προτού χτυπηθούν οι χώρες που πραγµατικά µετράνε. [7] Ζητά όµως σ’ αντάλλαγµα τον άµεσο έλεγχο των οικονοµικών µας, και είναι αβέβαιο ως πότε θα µπορεί να δίνει• οι δανειακές ανάγκες της ευρωζώνης είναι 2.200 δις µόνο για το 2010. Κηρύσσοντας τώρα στάση πληρωµών διατηρούµε εµείς τον έλεγχο της οικονοµίας, προφυλάσσουµε το στοιχειώδες κοινωνικό κράτος και σώζουµε την, ατελή έστω, δηµοκρατία. Σκεφτείτε µόνο τις συνέπειες αν εκχωρήσουµε στη Φραγκφούρτη τα ηνία µιας βυθισµένης σε κρίση οικονοµίας, αποσταθεροποιώντας στο µεταξύ και το πολιτικό µας σύστηµα,µόνο και µόνο για ν’ ακούσουµεσ’ ένα ή δυο χρόνια ότι η ΕΕ δεν έχει άλλα περιθώρια στήριξής µας.

Έχει προοπτικές επιτυχίας η νεοφιλελεύθερη λύση, την οποία προαναγγέλλουν τα κυβερνητικά µέτρα; Όχι, σε καµιά περίπτωση. Πρώτα πρώτα, από αυστηρά οικονοµική σκοπιά, όπως και οι κεϋνσιανοί µεταρρυθµιστές τονίζουν, τα µέτρα καταφέρουν βαρύ πλήγµα στην εσωτερική ζήτηση, η οποία δεν εξηγείται µε ποιόν τρόπο θ’ ανακάµψει έπειτα, ιδίως όσο καιρό το ευρώ κρατά την τωρινή υπερτίµησή του. Το αποτέλεσµα θα είναι να συρρικνωθεί ακόµη περισσότερο η αγορά, κι ελλείµµατα και χρέη να γίνουν ακόµη πιο δυσβάσταχτα. Το κόστος στην πραγµατική οικονοµία, για να µη µιλήσουµε για την καθηµερινότητα των απλών ανθρώπων, θα είναι ασύγκριτα µεγαλύτερο από την εξοικονόµηση µερικών δις, τα οποία άλλωστε δεν πρόκειται ν α διατεθούν για ανάπτυξη, αλλά αµέσως θα ριχτούν στις µαύρες τρύπες των τραπεζών.

Όπως η παγκόσµια οικονοµική κρίση, που ξέσπασε τον Ιούλη του 2007, βρήκε εντελώς απροετοίµαστους τους Δυτικούς ιθύνοντες, έτσι και η έλευσή της στη χώρα µας βρίσκει χωρίς σχέδιο και ιδέες το δικό µας οικονοµικό και πολιτικό επιτελείο. Ενδεικτικό της αφωνίας, της σύγχυσης και της αναισθησίας που επικρατεί στους τραπεζίτες είναι το πρόσφατο άρθρο ενός συµβούλου της Γιούροµπανκ, από τοοποίο απουσιάζει κάθε αναφορά στην κοινωνική κατάσταση και ακόµη και στην πολιτική λυσιτέλεια. [8]

Αρχικά, κατά το άρθρο, το πρόβληµα ήταν οικονοµικό:µεγάλα ελλείµµατα, υψηλό ποσοστό χρέους, χαµηλή ανταγωνιστικότητα. Σε συνδυασµό µε απειλητικές κινήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έβαλε τη χώρα στα «ραντάρ των αγορών» (ενδιαφέρουσα τούτη η παροµοίωση των «αγορών»µε βοµβαρδιστικά). Οι «αγορές», απόλυτοι κριτές του σωστού και του καλού στις κατά τα άλλα δηµοκρατικές κοινωνίες µας (και ας µας οδήγησαν στην παγκόσµια κρίση), απαίτησαν περικοπές δαπανών µεγαλύτερες από αυτές που υπόσχεται ο πρωθυπουργός. Τη σκυτάλη πήραν έπειτα πολιτικοί παράγοντες, και στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ επικράτησαν σκληροπυρηνικές απόψεις,«ότι η Ελλάδα πρέπει να πληρώσει για τα λάθη του παρελθόντος και να πονέσει ώστε να παραδειγµατιστούν και άλλες µεγαλύτερες χώρες». Τον βοµβαρδισµό ακολούθησε παραδειγµατική µαστίγωση.

Τώρα πια µοιάζουµε µε κείνους τους βασανισµένους του Αµπού Γκραϊµπ, που µόλις κάνουν να κινήσουν χέρια ή πόδια παθαίνουν ηλεκτροσόκ. Αν πάµε να κηρύξουµε στάση πληρωµών, αναγκαστικά θα βγούµε από το ευρώ (χωρίς να εξηγείται το γιατί) και «θα αποκλειστεί η Ελλάδα από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές, θα περιοριστούν και οι εµπορικές µας σχέσεις µε τον υπόλοιπο κόσµο, θα µαραζώσει η οικονοµία». Εποµένως για να τ’ αποφύγουµε όλα αυτά, και προς τέρψη και ξεκούραση των βασανιστών µας, πρέπει ν’ αρχίσουµε ευσυνείδητα να αυτοµαστιγωνόµαστε ώστε το µαρτύριο να τελειώσει πιο γρήγορα:«Η µόνη λύση είναι η Ελλάδα να επισπεύσει και πιθανόν να πολλαπλασιάσει τα περιοριστικά µέτρα [...] Δεν χάνει κάτι µε την πιο αυστηρή επιλογή, διότι περισσότερα µέτρα σήµερα συνεπάγονται λιγότερα µέτρα αύριο για το ίδιο αποτέλεσµα». Αλλά γιατί πρέπει να υποστούµε επιτέλους αυτό τον σαδοµονεταρισµό; για λόγους που έχουν να κάνουν µε την ψυχολογία των εκβιαστών µας, ώστε δηλαδή να τους «πείσουµε» ότι «τα µέτρα υπερεπαρκούν για να φέρουν τη µείωση των ελλειµµάτων και τη µελλοντική ανάπτυξη». Και αν δεν πειστούν;

Αυτές οι απόψεις κινδυνεύουµε να γίνουν επίσηµη πολιτική. Δυστυχώς και η αριστερά δεν είναι περισσότερο προετοιµασµένη ν’ αντιµετωπίσει την κατάσταση. Τις τελευταίες δεκαετίες ο καπιταλισµός, ενώ στην πραγµατικότητα ζούσε µε δανεικά, στο νου των αριστερών ηγεσιών ιδίως έγινε αιώνιος και ακατανίκητος, και η πολιτική τους στρατηγική προσαρµόστηκε ανάλογα. Χωρίς να βλέπουν πως το σύστηµα ολόκληρο κατέρρεε, εστίασαν την προσοχή τους σε µικροµεταρρυθµίσεις κι έχασαν τους βασικούς µηχανισµούς της εκµετάλλευσης από τα µάτια τους. Έχοντας µείνει χωρίς οργανικούς διανοούµενους, ο λαός νόµιζε ότι υπερασπιζόταν τα δικαιώµατά του διεκδικώντας αυξήσεις µερικών ευρώ, την ώρα που η δηµόσια περιουσία του εκποιούνταν ή υποθηκευόταν και,µέσα από κρατικό και ιδιωτικό δανεισµό, οι τράπεζες αποµυζούσαν τους καρπούς της εργασίας του.

Σήµερα η βάση της αριστεράς,µε τις µαχητικές κινητοποιήσεις της, αντιµάχεται στο µέτρο που της αναλογεί την πορεία που χαράζουν οι «αγορές», αλλά πολλοί διανοούµενοίτης κοιµούνται αµέριµνοι και οι ηγεσίες της αποδεικνύονται κατώτερες των περιστάσεων. Ο Σύριζα και ο Συν αρνούνται να τοποθετηθούν στο ζήτηµα, σχεδόν δεν αναγνωρίζουν καν την ύπαρξή του, ενώ το ίδιο κάνει και το ΚΚΕ. Για να σταθούµε σ’ ένα µόνο παράδειγµα, που διερµηνεύει τις θέσεις του τελευταίου. Σ’ ένα πρόσφατο άρθρο του Σταύρου Μαυρουδέα δεν υπάρχει «τίποτα ψευδέστερο» από το ενδεχόµενο (τον «κίνδυνο», όπως το ονοµάζει) της χρεωκοπίας. Οι σχετικές συζητήσεις είναι «άθλιο θέατρο» σκηνοθετηµένο από τους πολυεθνικούς χρηµατοπιστωτικούς οργανισµούς, τους «ηγεµονικούς ευρωπαϊκούς ιµπεριαλισµούς» και την ελληνική αστική τάξη. [9] Με τέτοια οξυδερκή στρατηγική το ΚΚΕ τροµάζει τους τραπεζίτες όσο τρόµαξε και τον Καραµανλή τον Δεκέµβρη. Το Πασόκ, τέλος, παρακαλά τον θεό των αγορών ν’ αποδειχθούν οι οπαδοί του τόσο µαζοχιστές όσο τους θέλει το σαδιστικό του σενάριο, και τρέµει µην τυχόν ξυπνήσουν πρόωρα. Θα διαψευστεί, νοµίζω. Το ερώτηµα είναι αν η αριστερά θα έχει αποκτήσει στο µεταξύ επίγνωση της κατάστασης, ώστε να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων η ίδια.

[1] Σπύρος Μαρκέτος,«Ευτυχώς... επτωχεύσαµεν;», Αυγή, 19 Απριλίου 2009  http://avgi.unweb.me/NavigateActiongo.action?articleID=450214
[2] Marshall Auerback, «Greece Signs Its National Suicide Pact», Counterpunch, 12 Φεβρουαρίου 2010  http://www.counterpunch.org/auerback02122010.html
[3] Για το πώς δηµιουργείται αυτό το χρέος βλ. ένα εύληπτο και κατατοπιστικό βίντεο στο http://www.kepik.gr/?p=805
[4] Immanuel Wallerstein, Για να καταλάβουµε τον κόσµο µας. Εισαγωγή στην ανάλυση κοσµοσυστηµάτων, Θύραθεν 2009.
[5] Mark Mazower, Η Ελλάδα και η οικονοµική κρίση του Μεσοπολέµου, ΜΙΕΤ 2002. Στο Έβδοµο Κεφάλαιο περιγράφονται η στάση πληρωµών του 1932 και τα ευεργετικά για τη χώρα αποτελέσµατά της.
[6] Ενδεικτικά, Β. De Paoli, G. Hoggarth, V. Saporta, “Costs of sovereign default”, Βank of England Financial Stability Paper no.1, Λονδίνο 2006• C. Reinhart, K. Rogoff, This Time is Different: A Panoramic View of Eight Centuries of Financial Crises, University of Connecticut, Department of Economics, http://ideas.repec.org/
[7] Marko Papic, Peter Zeihan, “Germany's Choice”, http://www.stratfor.com/weekly/20100208_germanys_choice?utm_source=GWeek... mail&utm_campaign=100208&utm_content=readmore&elq=93649c27d72442f698015521d8e799c5
 Παρεµπιπτόντως, οι ίδιοι συντηρητικοί αναλυτές εκτιµούν ότι οι απεργίες και οι άλλες µορφές ανυπακοής µπορούν πράγµατι να εµποδίσουν την εφαρµογή των σχεδίων λιτότητας.
[8] Γκίκας Α. Χαρδούβελης,« Η χειρότερη επιλογή», Το Βήµα, Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010, http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=114&artId=316472&dt=21/02/2010
[9] Σταύρος Δ. Μαυρουδέας,«Το εξωτερικό χρέος, οι ιµπεριαλιστικοί ανταγωνισµοί και ο ‘κλέψας του κλέψαντος’», άρθρο κοινοποιηµένο από τον συγγραφέα στο διαδίκτυο.