27 Αυγούστου 2009

Santiago de Cuba 03/08/2009 Δευτέρα


Το πρωί πήγαμε στην Plaza Céspedes, όπως κάθε μέρα, που είναι η κεντρική πλατεία του Santiago. Αγόρασα την εφημερίδα της νεολαίας και έκατσα σ’ ένα παγκάκι να της ρίξω μια ματιά.

Σε λίγο μαζεύτηκε γύρω μας, αρκετός κόσμος. Βλέπεις αρκεί να δώσεις σημασία σε κάποιον και ξαφνικά μαζεύονται διάφοροι γύρω σου, προσπαθώντας να σου μιλήσουν.

Έκατσε λοιπόν δίπλα μου ένας παππούς. Ευγενέστατος, με ρώτησε αν ξέρω αγγλικά. Μου είπε ότι είναι 80 χρονών, στην σύνταξη, ήταν καθηγητής αγγλικών. Με ρώτησε από πού είμαι και μου ζήτησε να μιλάμε στ’ αγγλικά, για να κάνει πρακτική στα αγγλικά του, να μην τα ξεχάσει. Μου έγραψε την διεύθυνσή του και μου ζήτησε να του στείλω μια καρτ ποστάλ από την Ελλάδα. Ήταν γλυκύτατος και φαινόταν ότι αγαπούσε αυτό που έκανε, όταν δίδασκε.

Όλοι έχουν το συνήθειο να σου δίνουν την διεύθυνσή τους. Μάλλον τους ευχαριστεί η ιδέα, ότι έκαναν ένα φίλο από το εξωτερικό.



Στην πλατεία πήγαμε για να πάρουμε τηλέφωνα και να δούμε τι θα γίνει με τις βαλίτσες. Εκεί συναντήσαμε φυσικά και πάλι τον Roberto και έγινε και ένα «επεισόδιο» μεταξύ μας. Θέλησε να μ’ εξυπηρετήσει, να με πάει στο τηλεφωνικό κέντρο και να μου δείξει πως καλούμε στην Αβάνα.

Είχε πολύ κόσμο για τους θαλάμους, αλλά ο ίδιος συμπεριφερόταν λες και είχαμε προτεραιότητα, καθότι τουρίστες. Έτσι, είπε σε κάποιο νεαρό Κουβανό που ήταν πριν από μένα στην σειρά, να βγει από το θάλαμο για να τηλεφωνήσω εγώ. Εκνευρίστηκα πολύ, αντέδρασα και έκανα νόημα στον Κουβανό να
συνεχίσει. Το κατάλαβε ότι νευρίασα και μαζεύτηκε λίγο.

Ίσως γι’ αυτό δεν ήρθε μαζί μας στην εκδρομή που μας κανόνισε να πάμε στο Parque Baconao με το ιδιωτικό ταξί. Γι’ αυτό και για το ότι συναντήσαμε στην πλατεία την Carmen, την «ξεναγό» που είχαμε πριν 2 χρόνια στο Santiago. Χαρήκαμε πολύ και αυτή το ίδιο. Όχι όμως και ο Roberto, που κατάλαβε ότι μάλλον δεν θα βγάλει άλλα από εμάς.

Τελικά, μίλησα στο τηλέφωνο και οι βαλίτσες είναι στην Αβάνα, στο σπίτι που μείναμε το πρώτο βράδυ και έτσι μέχρι τις 18 του μήνα δεν θα έχουμε ούτε κινητό, ούτε φωτογραφική μηχανή, ούτε ρούχα για τον Βαγγέλη!! Τουλάχιστον χαίρομαι, για την απίστευτη χαρά που ξέρω ότι πήρε η Dora και ο αδερφός της, όταν της είπα το νέο. Το μήνυμα που μου έστειλε στο κινητό, τα λέει όλα.

Η Carmen μας γνώρισε σχεδόν αμέσως. Μπερδεύτηκε στην αρχή, γιατί της μιλήσαμε Ισπανικά, αλλά μόλις είδε τον Γιώργο μας θυμήθηκε. Και όταν είδε και τον Βαγγέλη που άνοιξε την αγκαλιά του, όπως ερχόταν και της έλεγε mujer (γυναίκα), μας θυμήθηκε εντελώς. Του έδωσε μια και του είπε: calla te, diabolito! (σκάσε, διαβολάκι!). Έτσι τον έλεγε και τότε, diabolito! Την προηγούμενη φορά, μας είχε γυρίσει όλο το Santiago με τα πόδια και μάλιστα στις φτωχογειτονιές του λιμανιού και όπως είναι χοντρούλα, της είχε βγει η γλώσσα. Η μαμά της, που είναι διαβητική, έβαλε μόνιμο μηχάνημα ινσουλίνης και τώρα είναι πολύ καλά. Δώσαμε ραντεβού για την άλλη μέρα, αφού είχαμε κανονίσει ήδη την εκδρομή με τον Roberto, ο οποίος καθόταν σ’ αναμμένα κάρβουνα, όση ώρα της μιλούσαμε. Η προμήθεια, βλέπεις!

Χαρακτηριστικό είναι ότι του μπήκε η Carmen στην πλατεία, ότι αύριο θα είμαστε δικοί της, και ξεκίνησε ένα λογοπαίγνιο, μεταξύ τους. Αυτός της απάντησε ότι είμαστε δικοί του, αυτή του είπε, ότι ήμασταν δικοί της, πολύ πριν γίνουμε δικοί του και στο τέλος συμφώνησαν ότι είμαστε και των δύο. Την Carmen όμως την προτιμώ περισσότερο, γιατί μπορεί να κάνει την ίδια δουλειά με τον Roberto, αλλά επειδή είναι φοιτήτρια και όχι η αποκλειστική της δουλειά, την νοιώθω πιο πολύ φίλη, παρά jinetera.
Α! Ξέχασα. Το απόγευμα περιμένουμε και τον αδερφό του Alberto στο σπίτι, για να πάρει τα πράγματα. Η γυναίκα του στο τηλέφωνο ήταν πολύ συμπαθητική. Από ‘κείνους που σε κερδίζουν αμέσως!!

Τελικά ξεκινήσαμε για την εκδρομή μας στο Parque Baconao. Το πάρκο αυτό εκτείνεται από τα περίχωρα του Santiago και φτάνει μέχρι τα σύνορα με την επαρχία του Guantánamo. Περιλαμβάνει μέσα ειδικό πάρκο με σπάνια φυτά, μια τεράστια έκταση που είναι διαμορφωμένη με ομοιώματα από προϊστορικά ζώα και απεικονίζουν διάφορες φάσεις από την εξέλιξη του ανθρώπου στην προϊστορική εποχή, ενυδρείο και καταλήγει στην λίμνη Baconao, όπου υπάρχει εκτροφείο κροκοδείλων. Αυτά έγραφε ο τουριστικός οδηγός.

Εμείς κάναμε την πρώτη στάση στην προϊστορική κοιλάδα. Ωραία ήταν, δηλαδή κάτι ασυνήθιστο, αλλά η ζέστη ήταν το κάτι άλλο και μου φάνηκε πολύ τουριστικό.

Δεύτερη στάση ήταν το ενυδρείο, το οποίο ήταν κλειστό για το κοινό. Αλλά μας έβαλαν μέσα, επειδή ήμασταν ξένοι και ερχόμασταν από μακριά είπαν.
Φυσικά εισιτήριο πληρώσαμε και μάλιστα κανονικό και ελπίζω να πήγε για την αποκατάσταση του ενυδρείου και όχι στην τσέπη των δύο security. Τα δελφίνια όμως και οι 2 θαλάσσιοι λέοντες που είδαμε από κοντά ήταν καταπληκτικά. Τα μάτια τους ήταν τεράστια και ο ένας λέοντας, μόλις του έλεγε ο Κουβανός να βγάλει την γλώσσα του την έβγαζε. Μετά του έλεγε τα δόντια και μας έδειχνε τα δόντια του. Πανέξυπνο ζώο.
Το ενυδρείο ήταν όλο κατεστραμμένο από τυφώνα. Πριν καταστραφεί, είχε ένα μεγάλο τούνελ κάτω από το νερό και έβλεπες πληθώρα ψαριών μικρών και μεγάλων, μέχρι και καρχαρίες. Ο τυφώνας όμως, με την δύναμη του νερού έβγαλε τα ψάρια έξω και πολλά πέθαναν. Κατέστρεψε και όλες τις εγκαταστάσεις. Τώρα το ξαναφτιάχνουν.


Φτάσαμε μέχρι και την λίμνη Baconao, που έχει εκτροφείο, ο θεός να το κάνει, κροκοδείλων. Τρεις στέρνες ήταν με δύο κροκόδειλους μέσα στην κάθε μια. Εντυπωσιακά ζώα και πολύ ευκίνητα. Η διαδρομή, από την αρχή μέχρι το τέλος ήταν πανέμορφη. Η λίμνη επίσης. Εκεί έχουν βάλει και κάποια από τα δελφίνια του ενυδρείου, μέχρι να το ξαναφτιάξουν. Είδαμε και iguana μεγάλο, με τα μωρά του. Ελεύθερο εννοείται.
Α! Ο Γιώργος εξασφάλισε τα pepeje του για την Ελλάδα. Γυρίζοντας σπίτι, μας περίμενε ο Señor José. Tα βρήκε από ένα φίλο του, που δουλεύει σε φαρμακείο για 40 πέσος. Νομίζω πως πρέπει να ντυθώ γιατί σε λίγο θα έρθει ο αδερφός του Alberto.
……………………

Ο Rafael με την γυναίκα του ήρθαν ακριβώς στην ώρα τους. Τους εξηγήσαμε ότι χάθηκαν οι βαλίτσες και τους δώσαμε ότι είχαμε σώσει. Πρώτη εντύπωση πολύ καλή. Επέμενε να πάμε αύριο στο σπίτι για φαγητό και έτσι αύριο το μεσημέρι έχουμε επίσκεψη.
Το βράδυ πήγαμε σ’ ένα μαγαζί που λέγεται El Patio. Είχε μια υπέροχη μπάντα που έκανε πρόγραμμα κανονικό. Όχι 2-3 τραγούδια, το C.D. και τέλος. Στην Κούβα όπου σταθείς και όπου βρεθείς υπάρχουν μπάντες, που βγάζουν το μεροκάματο παίζοντας 2-3 τραγούδια και πουλώντας το cd τους, ή βάζεις λεφτά στο καλαθάκι, para la música (για την μουσική). Και οι μπάντες αυτές, αν είσαι σε κέντρο ή καφετέρια εναλλάσσονται συχνά.
Το μαγαζί αυτό μάλλον ήταν κολεκτίβα. Μπροστά είχε ψυγεία με νερά και αναψυκτικά και μαγαζί με ρούχα, αναμνηστικά, κοκαλάκια μαλλιών κλπ. Πίσω, είχε αίθριο-αυλή, όπου ήταν το μπαράκι με τα τραπεζάκια και διαφορετικά συγκροτήματα κάθε μέρα. Γύρω-γύρω από το αίθριο και στο ισόγειο, αλλά και στον επάνω όροφο είχε διάφορες πόρτες με ταμπελίτσες, που έμοιαζαν με υπηρεσίες. Το βράδυ πρέπει να δούλευαν γύρω στα 12-15 άτομα.
Στον τοίχο βγαίνοντας, είχε φωτογραφίες κάποιων εργαζομένων και από κάτω έγραφαν τις ειδικότητές τους και μάλλον ότι είναι κολεκτίβα.

Το συγκρότημα ήταν φοβερό. Αυτός με τα κρουστά loco (τρελός), ο μαέστρος με την κιθάρα, βιρτουόζος. Η τραγουδίστρια φωνάρα, απ’ όλες τις απόψεις.